Καλώς Ήλθατε!

Επιθυμία μου είναι να συγκεντρωθούν σε αυτό το ιστολόγιο ερασιτέχνες δημιουργοί, για να επιβεβαιώσουν την αλήθεια τους μες τη ζωή! Διότι οι τέχνες και ιδιαίτερα εκείνες που σχετίζονται με τη γραφή, είναι μια μορφή εξομολόγησης στον ίδιο σου τον Εαυτό!

Σάββατο 23 Δεκεμβρίου 2017

Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2017

13/12/17:

Με έχουν κατηγορήσει πολλές φορές για παρωπιδισμό! Λένε πως κοιτάζω στη ζωή μόνο τον δρόμο που θέλω να ακολουθήσω, αδιαφορώντας εγωιστικά για τον κόσμο γύρω μου. Μου λένε πως η ομορφιά υπάρχει παντού, αλλά πως επιμένω να εθελοτυφλώ μπροστά της, και πως επιμένω να αντικρίζω πεισματικά, μόνο την μιζέρια και το σκοτάδι, ώστε να μπορώ να δικαιολογώ όλες μου τις πράξεις! Λένε πως κοιτάζω μονάχα τα δικά μου ωφέλει, πως χρησιμοποιώ την καλοσύνη, με μια εγωιστική ανιδιοτέλεια, ώστε να δείχνω διαφορετικός, ακόμη και ανώτερος από τους άλλους. Λένε πως ονειροπολώ, για να δικαιολογώ ακόμη και την έμφυτη μελαγχολία μου! Πως περπατώ σκυφτός, επειδή φοβάμαι να αντικρίσω τις ''φυσιολογικές'' ζωές των άλλων.
Δεν βλέπουν όμως το μαστίγιο που αφήνει σημάδια στην πλάτη μου! Ούτε την κοινωνική μου προσφορά, μέσα από το προσωπικό μου ύφος! Αδυνατούν να κατανοήσουν πως η αυστηρή κριτική της ασχήμιας, γίνεται για την αναζήτηση της ομορφιάς. Δεν βλέπουν το φως που υπάρχει μέσα μου, αφού στην πραγματικότητα σκοτάδι δεν υπάρχει! Δεν κατανοούν την αμοιβαιότητα, και την ισότητα των πράξεων μου, ούτε νιώθουν τον πόνο της μοναχικότητας! Και πως ακόμη και η εκφρασμένη κραυγή, είναι προτιμότερη και από το πιο λαμπρό χαμόγελο! Η αιτία που κοιτάζω κάτω, είναι η απόδειξη της εναντίωσης μου στην υψηλά ιστάμενη υποκρισία!

Παρασκευή 25 Αυγούστου 2017

28/4/08 Αρετή

Ένας νέος ποιητής που ζει τη καθημερινότητα των άλλων, αποφασίζει να κάνει διακοπές το καλοκαίρι, έχοντας την επιθυμία να αποκοπεί από τη συνήθεια. Μοναδικές του αποσκευές τετράδιο, στυλό και ρούχα. Μοναδική του επιθυμία η τέλεια απομόνωση. Σχεδίαζε εδώ και καιρό να ξεφύγει για λίγες ημέρες από την καθημερινότητα, και από το χειμώνα ήδη σκεφτόταν τη στιγμή της αναχώρησης, καθώς και την περιοχή που θα επισκέπτονταν. Έπειτα από αρκετή σκέψη, επιλέγει μία από τα βορειότερες περιοχές της Ελλάδας, την Ήπειρο. Πάνω στο αποκορύφωμα του καλοκαιριού, θα ήταν ένας προσεγμένος προορισμός, διότι συνδυάζει τέλεια τη θάλασσα με το βουνό.
Στα μέσα του Ιουλίου με το ξεκίνημα της άδειας του, ξεκινά από τη πρώτη κιόλας ημέρα για το μακρινό ταξίδι. Φθάνει στην κωμόπολη, έπειτα από μια κουραστική διαδρομή με το ΚΤΕΛ, και έπειτα με ένα ταξί κατευθύνεται προς τα ενοικιαζόμενα δωμάτια. Είχε επιλέξει ένα ψηλό σημείο, ώστε να αποφύγει την οχλαγωγία της πόλης. Ίσως θα του ταίριαζε περισσότερο το camping, αλλά χρειαζόταν την ησυχία που μπορεί να του προσφέρει ένα δωμάτιο, κάπως μακριά από τους πολλούς ανθρώπους.
Έπειτα από λίγη ώρα αφού τακτοποίησε τα λιγοστά πράματα του, περνά την ώρα του προσπαθώντας να χαλαρώσει, ακούγοντας τους ήχους της φύσης. Όντας κουρασμένος από το ταξίδι, αποφασίζει να κατέβει στη πόλη, μόνο και μόνο για να προμηθευτεί τρόφιμα και να γυρίσει για να ξεκουραστεί. Το πρώτο κιόλας βράδυ, κοιτάζει με νοσταλγία τα αστέρια που απλώνονται στον ουρανό, σαν άπειρες ελπίδες της νιότης. Κοιμάται ήσυχος, το πρωί ξέρει πως θα τον περιμένει ένας καινούριος Ήλιος. Το πρωινό ξυπνά γεμάτος ενέργεια και καλή διάθεση. Περιπλανιέται για λίγο στο χώρο, και έπειτα κάθεται στο μπαλκόνι. Εκεί ακούει μια γυναικεία φωνή. Μια νέα γυναίκα ανέβαινε τις σκάλες, μόλις είχε φθάσει. Κουβαλούσε εμφανώς κουρασμένη τις αποσκευές της, και συνομιλούσε με την ιδιοκτήτρια. Είχε νοικιάσει το διπλανό δωμάτιο, και η ιδιοκτήτρια την ξεναγούσε στους χώρους. Εκείνος απλως συνέχισε να απολαμβάνει τους ήχους, από τα θροΐσματα των φύλλων των δέντρων, από τα απαλά χάδια του ανέμου. Η γυναίκα άνοιξε τα παραθυρόφυλλα, έβγαλε το σάκο της, και τον ακούμπησε πάνω στο μικρό στρογγυλό τραπεζάκι. Δεν θα έδινε ιδιαίτερη σημασία, ως τη στιγμή που παρατήρησε με την άκρη του ματιού του, να βγάζει μια ακουαρέλα ενώ έδειχνε κάπως ανήσυχη, μάλλον για τη κατάσταση της μετά από το ταξίδι. Ήταν μια νέα γυναίκα ηλικίας περίπου 27 ετών, κατάλευκη με μαύρα μακριά ίσια μαλλιά που έφθαναν ως τη μέση, μέτριου αναστήματος, και έκφραση σχεδόν αποκαλυπτική για τον χαρακτήρα της. Τον εντυπωσίασε η εμφάνιση της, και τον έβαλε σε σκέψεις η ακουαρέλα της. Το  υπόλοιπο της μέρας κύλησε ήσυχα, με μικρές εξορμήσεις στο δάσος και τις απαραίτητες σημειώσεις στο ημερολόγιο του.
Το επόμενο πρωί ξυπνά κατά τις 10:00, και λίγο μετά βγήκε έξω με σκοπό να θαυμάσει τη φύση. Τη στιγμή που γύρισε ασυνήδειτα το βλεμμα του, προς το δωματιο της κοπέλας, την είδε καθισμένη στην πίσω αυλή, προς τη μεριά του λόφου, τη στιγμή που ετοιμαζόταν να πιει τον καφέ της, ενώ ακουμπούσε την ακουαρέλα της, πάνω στο άσπρο στρογγυλό τραπέζι. Τότε ένιωσε και την έντονη επιθυμία να της μιλήσει,  λέγοντας της απλώς ‘’καλημέρα’’. Ήταν όμως πιο δειλός από όσο νόμιζε, και τελικά ξεκίνησε για ακόμη μια φορά να πάει στο δάσος. Στην αναζωογονητική διαδρομή ανά διαστήματα, σημειώνει τις καθαρές του σκέψεις, δώρο του καθαρού κλίματος, και παίρνει βαθιές αναπνοές, λες και θα τελειώσει το οξυγόνο!
Έπειτα από δύο ωρες γυρνά πίσω. Ρίχνει μια ματιά στην αυλή, με την ελπίδα να την δει. Η κοπέλα λείπει, αλλά παρατηρεί πως πάνω στο τραπέζι έχει αφήσει την ακουαρέλα της. Καθώς πλησιάζει, κοιτά με την περιέργεια ενός μικρού παιδιού, το υπέροχο σκίτσο με μολύβι. Απεικόνιζε μια κοπέλα, η οποία στέκονταν έξω από τη πόρτα του σπιτιού της, με γυρισμένη την πλάτη, ενώ έξω απλωνόταν ένα δάσος. Όλο το σκηνικό απεικονίζονταν μέσα από το σπίτι. Απορροφημένος στο σκίτσο, δεν πήρε είδηση ότι η γυναίκα τον κοιτούσε χαμογελαστή. Καλημέρα! του είπε κι εκείνος ξαφνιασμένος από την παρουσία της, της απαντησε με ένα σχεδόν ξερό καλημέρα, εξαιτιας της αμηχανίας του.
-Ε, συγγνώμη αν έγινα αδιάκριτος που κοιτούσα το σκίτσο σου.
-Μη σε απασχολεί. Και απλώνει το χέρι της λέγοντας το όνομα της. Αρετή.
-Σταύρος... Χάρηκα.
-Ε, είχα αφοσιωθεί στη ζωγραφιά σου, την βρήκα υπέροχη.
-Ναι!; Σε ευχαριστώ αν και είναι μονάχα ένα πρόχειρο σχέδιο, ίσως να το ολοκληρώσω κάποια στιγμή. Μια αυθόρμητη ιδέα, αυτό ήταν! Βασικά αυτό που χρειάζεται είναι να συμπληρωθούν τα χρώματα. 
-Ο αυθορμητισμός όμως προδίδει τις δυνατότητες του κάθε ανθρώπου!
-Ζωγραφίζεις κι εσύ:
-Όχι, όχι, απλώς με ενδιαφέρουν οι τέχνες γενικά.
-Κάθισε.
-Ε, με συγχωρείς μα δεν θα ήθελα να χαλάσω την.... στιγμή σου…
-Όχι, όχι, κάθισε δεν ενοχλείς καθόλου.
-Ευχαριστώ! Είναι αρκετά σπάνιο κάποιος να ασχολείται με τις τέχνες! Συμφωνείς;
-Απολύτως! Αυτό συμβαίνει άλλωστε. Λοιπόν, θα ήθελες να μου πεις τι ακριβώς σκεφτόσουν;
Τότε ο Σταύρος διστακτικά, με χαμηλωμένα τα μάτια, της λέει πως δεν ειδικεύεται στη ζωγραφική.
-Ακόμη καλύτερα, απαντά τότε με άνεση η Αρετή, η γνώμη από εκείνον που δεν ειδικεύεται ίσως να ήταν πιο ορθή.
Τότε ο Σταύρος φανερά ενθουσιασμένος από την παρουσία της γυναίκας εκείνης, καρφώνει το βλέμμα του στο σκίτσο εξηγώντας τι είδε σε αυτό.
-Υποθέτω πως το σπίτι είναι διαμέρισμα διότι οι τοίχοι του είναι σκούροι, από τα καυσαέρια μάλλον, η γυναίκα συμβολίζει την ανθρώπινη ευαισθησία, που στέκεται με θαυμασμό μπροστά στο μεγαλείο της φύσης.
Τα μάτια του Σταύρου τότε ευθυγραμμίζονται με τα μάτια τα Αρετής, που λαμπυρίζουν σαν μακρινά άστρα, του καθαρού νυχτερινού ουρανού.
-Συνέχισε παρακαλώ.
-Ευχαριστώ.
-Λοιπόν, ε.... το ότι στέκεται στην πόρτα και δεν έχει βγει έξω από το σπίτι, αυτό μαλλον δείχνει, πως η πόρτα είναι ένα συμβολικό είδος περιορισμού, για την επαφή του ανθρώπου με την υπέροχη φύση. Σαν να στέκεται ως θεατής πλέον, παρά σαν ενεργός κρίκος της αλυσίδας!
Η Αρετή τον κοιτάζει επίμονα, τη στιγμή που της αναλύει τις σκέψεις του. Ο Σταύρος στέκεται σιωπηλός για λίγα δευτερόλεπτα και συνεχίζει.
-Ο ήλιος ρίχνει το φως του πάνω στην κοπέλα, εκείνη έχει τη παλάμη της πάνω στο μέτωπο της, σαν να θέλει να αποφύγει το φως, που αν δεν κάνω λαθος, παρομοιάζεται με την αλήθεια. Ενώ η σκιά που πέφτει κάτω δεξιά, συμβολίζει μάλλον την ψυχή της, που πεσμένη κάτω είναι σαν νεκρή! Δηλαδή χάνοντας την επαφή με τον ζωοδότη Ήλιο, ο άνθρωπος βρίσκεται πίσω από τη φύση, και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να σκοτώνει την ψυχή του!
Η Αρετή τότε έκπληκτη, με ύφος μικρού παιδιού που βρίσκεται στην τάξη, διψώντας να μάθει, του λέει χαμηλόφωνα: Πες μου σε παρακαλώ ασχολείσαι με κάτι;
-Με τη γραφή... ποίηση κυρίως. Είπε διστακτικά ο Σταύρος.
-Ώστε τελικά ασχολείσαι με κάποια τέχνη!
-Ναι, και θρέφω μια απεριόριστη αγάπη για αυτήν!
-Μάλιστα!
-Σε ποια περιοχή κατοικείς Σταυρό;
-Στην Σαλαμίνα, εσύ;
-Στην Αθήνα... κέντρο. Ήρθα εδώ για να ηρεμήσω λίγο από τη ζωή της μεγαλούπολης, αλλά και για να κερδίσω μερικά χρήματα επιπλέον.
-Εγώ για να απομονωθώ, να απολαύσω την ησυχία και τους ήχους της φύσης.
-Όσο για το τελευταίο το παρατήρησα από την ανάλυση που έκανες στο σκίτσο μου, του λέει χαμογελαστή η Αρετή.
Γελούν χαμηλόφωνα και η οικειότητα αντικαθιστά σιγά, σιγά την πρώτη δειλή κουβέντα.
-Πως ακριβως θα κερδίσεις χρήματα; Την ρωτά απορημένος ο Σταύρος.
-Βασικά, του λέει η Αρετή, κάθε απόγευμα που είναι γεμάτη η πλατεία με ανθρώπους, θα κάθομαι και θα σκιτσάρω όσους το επιθυμούν, ζητώντας ένα ποσό ανάλογα με το είδος του σκίτσου που θα θέλουν, από διασκεδαστικές καρικατούρες, έως μονόχρωμα και έγχρωμα πορτρέτα.
-Ά, έχεις κάνει επάγγελμα το ταλέντο σου όπως διαπιστώνω.
-Χμ ταλέντο! Με ενοχλεί πολύ αυτή η λέξη, προτιμώ την ικανότητα. Τέλος πάντων, από ανάγκη το κάνω, αλλά είναι τουλάχιστον κάτι ευχάριστο.
Ο Σταύρος μένει έκπληκτος από την ιδιοσυγκρασία της Αρετής. Ένα πονηρό χαμόγελο, σχεδόν αποκαλύπτει την επόμενη ερώτηση του.
-Τι σε ενοχλεί ακριβώς στη λέξη αυτή;
-Με ενοχλεί η νοθεία στη σημασία της με κοινές και ανούσιες δραστηριότητες.
-Σε καταλαβαίνω, την ίδια άποψη έχω και εγώ. Δεν είναι όμορφο να μολύνεις επηρεασμένος από τα Μέσα Μαζικής Εξημέρωσης λέξεις και έννοιες.
-Μέσα Μαζικής Εξημέρωσης;! Είσαι σαρκαστικός, αγγίζεις τα όρια της ειρωνείας και τα ξεπερνάς με τη σάτιρα!
-Όπως το αντιλαμβάνεσαι. Η ζωή από μόνη της είναι μια ειρωνεία, τουλάχιστον να την αντιμετωπίζουμε με καυστική σάτιρα, ώστε να κατορθώνουμε να επιβιώνουμε! Με συγχωρείς που πολυλογώ, παρασέρνομαι εύκολα και γίνομαι φλύαρος.
-Εγώ βλέπω έναν άνθρωπο που απλώς παρασέρνεται από τα συναισθήματα του, και αυτό δεν προέρχεται από ανόητη φλυαρία, αλλά από το πάθος του. Και από ότι φαίνεται είσαι αρκετά παθιασμένος με ότι πιστεύεις και υποστηρίζεις.
-Σίγουρα! Οφείλω να το παραδεχθώ.
Επικρατεί για λίγα δευτερόλεπτα σιγή, κοιτιούνται στα μάτια με έκπληξη και σεβασμό.
Ο Σταύρος της ζητά ευγενικά να απομακρυνθεί, ώστε να πάει στην πόλη και να αγοράσει κάτι για να φάει. Της δίνει το χέρι, και της λέει πως χάρηκε που γνώρισε έναν άνθρωπο που ασχολείται με κάποια τέχνη. Δεν ειδώθηκαν ξανά ώσπου νύχτωσε. Όταν επέστρεψε ο Σταύρος. η Αρετη έλειπε. Μάλλον είχε κατηφορεισει προς την πλατεία του χωριού, και ο Σταύρος την περιμενε με αγωνία, ώσπου η νύχτα, τον βρήκε ξαπλωμένο στο κρεβάτι του, να ονειροπολεί την εξέλιξη αυτής της νέας και απροσδόκητης γνωριμίας.
Το επόμενο πρωί ο Σταύρος ξυπνά και ντύνεται, για να ανηφορήσει στο βουνο με το δάσος, η Αρετή έχει ξυπνήσει ήδη, και πίνει τον καφέ της στην αυλή, ενώ πάνω στο τραπέζι έχει ακουμπήσει ένα μολύβι και την ακουαρέλα της.
-Καλημέρα, της λέει ευχάριστα ο Σταύρος.
-Καλή σου μέρα, επίσης! Του απαντά με ειλικρίνεια η Αρετή.
Ετοιμάζεσαι να πας κάπου;
-Ναι, να αναπνεύσω καθαρό αέρα στο δάσος. Εσύ θα παραμείνεις εδώ;
-Όχι, σκεφτόμουν να πάω στην παραλία και να κοιτάζω τη θάλασσα. Με ηρεμεί.
-Εντάξει τότε, θα βρεθούμε αργότερα. Σε χαιρετώ.
Ο Σταύρος κάνει την κίνηση να φύγει αλλά η Αρετή του λέει:
-Σταύρο…
-Ορίστε.
-Θα ήθελες να πάμε μαζί στο λόφο εφόσον για τον ίδιο λόγο πάμε, για να ηρεμήσουμε; Εξάλλου κι εγώ δεν έχω πάει ακόμα, επειδη μόλις έφθασα εδω.
Ο Σταύρος ξαφνιάζεται αρχικά, αλλά δεν θα μπορούσε να πει όχι σε μια τέτοια πρόταση.
-Γιατί όχι; Η θέα είναι πολύ καλή από ψηλά, θα σου αρέσει και η όψη της θάλασσας από εκεί.
Η Αρετή παίρνει μαζί της τα πράματα της, και τον συνοδεύει. Έπειτα τους βλέπουμε στο δάσος να συζητούν.
-Αγαπώ τη φύση, σχολιάζει ο Σταύρος. Μου προσφέρει γαλήνη και ξεκούραση.
-Κι εμένα!.Θες να κάτσουμε κάπου για να ξεκουραστούμε;
-Βεβαίως, γιατί όχι;
Βρίσκουν ένα βράχο και κάθονται. Ο Σταύρος βγάζει από τη τσέπη του ένα μπλοκάκι και ένα στυλό και αρχίζει να γράφει. Η Αρετή απορριμμένη τον ρωτά:
-Αν δεν γίνομαι αδιάκριτη, τι γράφεις;
-Ένα λεπτό παρακαλώ… Ορίστε! Λοιπόν... Συνηθίζω να κρατώ σημειώσεις, από διάφορες σκέψεις που έρχονται στο μυαλό μου. Ακόμη και ένας στίχος, όπως στη προκειμένη περίπτωση, για μένα είναι πολύτιμος, διότι μπορεί κάποια στιγμή να δημιουργηθεί ένα όμορφο ποίημα και δεν θα ήθελα να το χάσω! Είναι μια μανία που έχω τα τελευταία χρόνια.
Η Αρετή τον διορθώνει...
-Αγάπη είναι! Ξέρω πως νιώθεις.
Τον κοιτάζει με αφοσίωση και κατανόηση και του λέει.
-Στάσου μια στιγμή!
-Ορίστε;
Η Αρετή τότε βγάζει μέσα από τη τσάντα της, την ακουαρέλα και ένα μολύβι.
-Θα ήθελα να σε ζωγραφίσω!
-Μα τι θα κατάφερνες με τη δική μου μορφή; Λέει σαρκαστικά ο Σταύρος.
-Θέλω να αποτυπώσω τα συναισθήματα σου.
Και αρχίζει να τον σχεδιάζει…
Ο Σταύρος την ρωτά διστακτικός όπως πάντα. Ποιο ακριβώς θα είναι το θέμα σου; Έχεις κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό σου;
-Όχι, όχι, πάντοτε σχεδιάζω αυθόρμητα, π.χ. στη προκειμένη περίπτωση, με ενέπνευσε το χαμόγελο σου τη στιγμή που έγραφες. Αυτό σε συνδυασμό με το σημείο όπου βρισκόμαστε, στάθηκε αφορμή για να σε σχεδιάσω. Χμ ίσως ο τίτλος του έργου αυτού να είναι ‘’Ο ποιητής και η φύση του’’! Χαχαχαχαχα!
Γελούν χαμηλόφωνα, τα μάτια του Σταύρου χαμηλώνουν σαν παιδιού που έκανε σκανταλιά, τα μάγουλα του παίρνουν ένα απαλό κόκκινο χρώμα ενω η Αρετή τον παρατηρεί χωρις όμως να τον σχολιάσει. Δεν θέλει να τον κάνει να νιώσει αμήχανα.
-Μείνε σχεδόν ακίνητος σε παρακαλώ.
-Εντάξει!
Έπειτα από ένα εικοσάλεπτο της ώρας, το σύντομο σχέδιο τελειώνει.
-Τελείωσα! Αποκρίνεται η Αρετή γεμάτη ικανοποίηση.
-Επιτρέπεται; Της λέει ο Σταύρος απλώνοντας το χέρι του.
-Βεβαίως! Άλλωστε δικό σου είναι!
-Σε ευχαριστώ αλλά…
Ο Σταύρος δεν προλαβαίνει να πει άλλη λέξη και η Αρετή του δείχνει το πορτρέτο του. Το μαγικό μολύβι της, τον έχει απεικονίσει πιστά με χαμηλωμένα τα μάτια και εκείνο το υπέροχο χαμόγελο του.
Ο Σταύρος εμφανώς συγκινημένος, της δίνει το χέρι του και της λέει πως είναι το ωραιότερο δώρο που του έχουν κάνει.
-Σε ευχαριστώ, είναι το δώρο μου για τη γνωριμία μας.
Ο Σταύρος τότε χωρίς δισταγμό της δείχνει τι είχε γράψει στο μπλοκάκι του.
Η Αρετή διαβάζει με ενδιαφέρον:

Ώ όνειρο της ημέρας καλοκαιρινό
με ορθάνοιχτα τα μάτια σε αντικρίζω
η εμορφιά σου ένα αστέρι μακρινό
είθε να είμαι ο άνθρωπος που σε ‘’αγγίζω’’.

Η Αρετή με μάτια λαμπερά και βαθιά, σαν σπήλαια μυστήρια και ανεξερεύνητα τον κοιτάζει.
Θέλει να τον αγκαλιάσει, αλλά διστάζει και σκέπτεται πως ίσως να μην είναι σωστό. Τον ακουμπά στον ώμο και αποκαλύπτει το γεμάτο καλοσύνη χαμόγελο της.
-Σε ευχαριστώ!
-Είναι το δικό μου δώρο για τη γνωριμία μας!
Παίρνει το μπλοκάκι από τα χέρια της, σκίζει το χαρτί και της το δίνει.
-Ορίστε!
Η Αρετή παίρνει το χαρτί και το ακουμπά στο μέρος της καρδιάς της, και υστερα το τοποθετεί στην τσέπη της χωρίς να αρθρώσει λέξη!
-Συνεχίζουμε τη βόλτα μας; Την ρωτά ο Σταύρος.
Η Αρετή κουνά το κεφάλι της καταφατικά, και ανηφορίζουν στο δάσος. Στο δρόμο δεν λένε λέξη, μονάχα κοιτάζονται και χαμογελούν. Η Αρετή απλώνει το χέρι της, και κρατά το δικό του με τρυφερότητα, ο Σταύρος την κοιτά και χαμογελά, τα συναισθήματα και των δύο είναι μπερδεμένα αλλά τόσο ευχάριστα! Ενώ φθάνουν στην κορυφή, ο Σταύρος της λέει τότε: Ορίστε η θέα που σου είχα υποσχεθεί, ιδρώσαμε βέβαια για να φθάσουμε εδώ, αλλά ελπίζω να μην σε απογοήτευσα. 
Τα δέντρα απλωνόντουσαν προς τα κάτω, και η πόλη στο χαμηλότερο σημείο έμοιαζε με άσχημη παρεμβολή στη φύση, ενώ η θάλασσα απλώνονταν με μια αίσθηση απεραντοσύνης, γαλάζια και ήρεμη.
Ο Σταύρος παίρνει μια βαθιά ανάσα καθώς κοιτάζει τη θάλασσα και μονολογεί:
-Η θάλασσα είναι η μόνη μου αγάπη, γιατί έχει την όψη του ιδανικού και το όνομα της είναι ένα θαυμαστικό… Καρυωτάκης!
Η Αρετή γυρίζει το κεφάλι της, προς τον Σταύρο χαμογελαστή και του λέει:
-Φαίνεται πως αγαπάς πολύ την Ποίηση!
Ο Σταύρος της απαντά με πάθος:
-Αγαπώ την ποίηση γιατί έχει την όψη θάλασσας. Η ποίηση είναι Αρετή! Η ποίηση είναι απύθμενη σαν τη γυναίκα, μυστήρια σαν τη νύχτα, και ελκυστική σαν τη ζωή!
Η Αρετή εμφανώς μαγεμένη από τα λόγια του ποιητή, στέκεται ακίνητη με μια απορία να εμφανίζεται στο πρόσωπο της. Διστάζει να του απαντήσει στα λόγια του και σχολιάζει:
-Είναι πολύ όμορφα! Ίσως κάποια στιγμή να ζωγραφίσω το τοπίο.
-Θα ήθελα να ήμουν μπροστά τη στιγμή πού θα το ζωγραφίσεις!
Ο Σταύρος απλώνει το χέρι του, και αγγίζει το μάγουλο της, γεμάτος ερωτισμό. Η Αρετή δεν αντιστέκεται, θέλει να τον φιλήσει αλλά απλώς αρκείται στο να σχολιάσει τα εξής:
Δεν σε γνωρίζω, αλλά κατά κάποιο τρόπο, σε νιώθω μέσα μου σαν δικό μου άνθρωπο.
-Μα ούτε κι εγώ σε γνωρίζω. Σκέψου όμως, οι άνθρωποι που είχες την εντύπωση πως γνώριζες, ακόμη και μετά από αρκετά χρόνια αφοσίωσης και ενδιαφέροντος, δεν έφθασε κάποτε η στιγμή που τους αισθανόσουν σαν ξένους;
Η Αρετή κουνά το κεφάλι της καταφατικά με λύπη στα μάτια. Ο Σταύρος γεμάτος ένταση της λέει τότε:
-Γι’ αυτό σου λέω ζήσε τη στιγμή! Όλα τα υπόλοιπα είναι δευτερεύοντα και μηδαμινά! Ο Pavese είπε πως ''όλος ο πλούτος της ζωής είναι οι αναμνήσεις που λησμονούμε''. Το μόνο που θα πρέπει να κάνεις, όταν κάποτε λήξουν οι στιγμές, είναι να τις αναπολείς και να γεμίζεις χαρά που τουλάχιστον τις έζησες! Παίρνει το θάρρος και την φιλά τρυφερά στα χείλη ενώ της απαγγέλλει το ποίημα του Poe ‘’Όνειρο μέσα σε όνειρο’’:

Το υστερνό μου φίλημα στο μέτωπο σου πάρε
Και άφησε με αγάπη μου δυο λόγια να σου πω
Αλήθεια λες σαν όνειρο πως διάβηκε η ζωή μου
Χωρίς κανένα ατέλειωτο και ξέμακρο σκοπό.

Όχι το υστερνό αλλά το πρώτο Σταύρο, του λέει η Αρετή τρέμοντας ελαφρά από την επαφή με το άγνωστο. Διότι ο ποιητής είναι το άγνωστο και η γυναίκα που θα νιώσει μαζί του την ανάγκη να τον ακολουθήσει, θα πρέπει να προετοιμαστεί κατάλληλα, ώστε να μπορέσει να τα αντιπεξέλθει με την αλήθεια του. Και η αλήθεια του, εκείνη η κρυστάλλινη και σκληρή, χρειάζεται μονάχα ένα φιλί ποτισμένο με αγάπη, ώστε να μην παρασύρει και τη γυναίκα στον πυθμένα της συνειδήσεως του!
Η Αρετή τον αγκαλιάζει και ακουμπά το κεφάλι της στον ώμο του. Η στιγμή είναι ανθρώπινη, και μεγαλειώδης! Έχουν κλειστά τα μάτια τους και αναστενάζουν από την κούραση της ζωής. Δεν αρθρώνουν ούτε μια λέξη! Έπειτα από λίγο στέκονται ακίνητοι κάτω από τη σκιά ενος πεύκου, και ξεκουράζονται από τις συνήθειες των ζωών τους. Εκείνων των 2/3 που καταναλώνουν για τον ύπνο και για την εργασία. Ένας αβέβαιος και ξαφνικός έρωτας απλώνει τα φτερά του από πάνω τους, θέλοντας να τους προστατέψει από την κακοήθεια της πραγματικότητας! Το όνειρο είναι ο μπροστάρης του αύριο και το πάθος η αλήθεια του σήμερα!

Πέμπτη 11 Μαΐου 2017

10/5/17: Υπάρχει κατάθλιψη εκεί έξω!

Έξω ο κόσμος είναι μεγάλος, γεμάτος κινδύνους! Μείνε στον μικρόκοσμο σου λοιπόν! Αφού μικρός είσαι, ένας μικρός κόσμος σου αξίζει!

Παρατηρείς τη δυστυχία γύρω σου, τη συγκεκαλυμμένη με αυτά τα τόσο εμφανώς, ψεύτικα χαμόγελα, και κρύβεσαι στην μικρή σου σκοτεινή κάμαρα, για να προστατευτείς από την κακοήθεια των ανθρώπων. Πιστεύεις πως είναι ο μόνος και πιο κατάλληλος τρόπος, για να προστατευτείς από όλα εκείνα που σου δημιουργούν απέχθεια. Κλείνεις τις κουρτίνες της κάμαρας σου, ανοίγεις ένα μικρό, μίζερο φως, και θεωρείς πως με αυτή την τόσο μικρή και συνηθισμένη πράξη, που για εσένα παίρνει τη σημασία μιας ιεροτελεστίας, μπορείς να καλέσεις τη μούσα στην μικρή σου κάμαρα, και να σου δωρίσει απλόχερα, σαν ερωτευμένη γυναίκα, την έμπνευση για το επόμενο έργο σου. Ένα έργο που όμως δεν πρόκειται να διαβάσει κανείς! Και έχεις την εντύπωση μικρέ και τιποτένιε, που κυβερνάσαι από την ψευδαίσθηση μεγαλείου, επειδή δεν ανήκεις σε αυτούς τους απεχθείς υπανθρώπους, πως είσαι κάτι παραπάνω από εκείνους; Τότε γιατί εκείνοι χαίρονται την λάμψη και τη ζεστασιά του Ήλιου, και εσύ προσπαθείς να εμπνευστείς από την ηλεκτρική λάμψη ενός μικρού φωτιστικού;

Κι εσύ συνηθισμένε ανθρωπάκο, που σε κάθε ευκαιρία, σε καθημερινή βάση, θαρρείς πως ζεις μια φυσιολογική ζωή, εκείνη που έμαθες από τους προγόνους σου, και που αντιμετωπίζεις με τόση φυσικότητα το καθετί, σαν να μην υπάρχει άλλος τρόπος για να ζήσεις, νομίζεις πως έχεις το δικαίωμα να χαίρεσαι τον Ήλιο; Ποια η αξία της χαράς σου λοιπόν, αν βασίζεται στην επιβεβαίωση της αθλιότητας σου; Δεν πιάστηκαν ακόμη οι μυς του προσώπου σου, από τις τόσες πολλές υποκριτικές εκφράσεις, εξαιτίας της συμμόρφωσης και της υποταγής, στους κοινωνικούς αρρωστημένους κανόνες, με αντάλλαγμα μια φαινομενικά φυσιολογική και αποδεκτή από το σύνολο ζωή; Το να σε αποδέχονται είναι ο μοναδικός σου στόχος, η επιβεβαίωση της κοινωνικής σου φύσης, και κάνεις τα πάντα για να μη νιώσεις μόνος, για να μην σε αποκαλέσουν αντικοινωνικό! Νιώθεις φρίκη και μόνο στο άκουσμα αυτής της λέξης! Και μάλιστα εφηύρες πάρα πολλούς τρόπους κοινωνικών δραστηριοτήτων, όπως τα κέντρα νυχτερινής διασκέδασης, και τα γήπεδα! Δεν είναι υπέροχο να βρίσκεσαι μαζί με τους ομοίους σου; Να διασκεδάζεις, αντί να αντιμετωπίζεις, να επαναλαμβάνεσαι αντί να αναπτύσσεσαι; 

Κι εσύ ο ηθελημένα απομονωμένος, ο καταθλιπτικός από επιλογή, και ο μίζερος από ανικανότητα, γιατί δεν βγαίνεις επιτέλους έξω, με σκοπό να γκρεμίσεις με μανία, τα έργα όσων μισείς, παρά κλείνεσαι ολοένα στον εαυτό σου; Αλλά σε ξέρω καλά! Αν μπεις στον κόπο να αλλάξεις τον διεφθαρμένο αυτό κόσμο, θα αυτοκαταστραφείς, επειδή αυτή η ανθρώπινη κατάντια είναι η μόνη που σε εμπνέει! Και χωρίς έμπνευση που γίνεται έργο, είσαι ένα τίποτα! Είσαι συνένοχος της συνέχειας ενός τέτοιου κόσμου!

Μη γελάς εσύ ανθρωπάκο! Μπορεί να σε αφήνει ο ανεύθυνος καταθλιπτικός, να ζεις την άνευ οποιασδήποτε αξίας, ζωούλα σου, αλλά το τέλος σου θα είναι τραγικό! Το βιώνεις άλλωστε μέρα με τη μέρα, που πλησιάζεις αργά στον μοναδικό θάνατο που γνωρίζεις! Τη μέρα του θανάτου σου λοιπόν, η ήδη μηδαμινή αξία σου, θα γίνει καπνός, και θα ξεχαστείς σαν να μην γεννήθηκες ποτέ! Θα είναι πολύ αργά για να αντιστρέψεις την πολύχρονη ποταπότητα σου!

Τουλάχιστον ο άλλος κατάφερε να παραμείνει Άνθρωπος!