Καλώς Ήλθατε!

Επιθυμία μου είναι να συγκεντρωθούν σε αυτό το ιστολόγιο ερασιτέχνες δημιουργοί, για να επιβεβαιώσουν την αλήθεια τους μες τη ζωή! Διότι οι τέχνες και ιδιαίτερα εκείνες που σχετίζονται με τη γραφή, είναι μια μορφή εξομολόγησης στον ίδιο σου τον Εαυτό!

Τετάρτη 8 Αυγούστου 2012

Ακόμη ένας κακός λύκος! (Η εξομολόγηση)

Αλήθεια γνωρίζετε το παραμύθι με τον κακό λύκο; Όχι εκείνα τα γνωστά, που συνηθίζονταν να διηγούνται κάποτε, οι ηλικιωμένοι άνθρωποι, πριν την αυγή της τεχνολογίας, στα εγγόνια τους για να τα πάρει ο ύπνος. Οι μεσαιωνικοί μύθοι είναι γνωστό, πως φρόντιζαν να διδάξουν στα παιδιά, τους κινδύνους του κόσμου. Ας μην τα πολυλογώ και ας αφηγηθώ την ιστορία.
          Ήταν κάποτε ένας πεινασμένος λύκος, που η πείνα του στα μέσα του χειμώνα τον είχε κάνει να υποφέρει. Είχε αδυνατίσει αρκετά, ώστε τον τελευταίο καιρό το δέρμα της κοιλιάς του είχε κρεμάσει, και τα πόδια του είχαν αποδυναμωθεί τόσο, που με δυσκολία βάδιζε. Σε αυτό οφείλονταν πως ήταν ένας γέρικος λύκος, που τον είχε εγκαταλείψει η αγέλη του στην μοίρα του, διότι δεν μπορούσε πλέον να τους προσφέρει κάτι. Και ο χειμώνας ήταν πολύ βαρύς, για να κατορθώσει να επιβιώσει. Στο βουνό που περιφέρονταν μάταια, προσμένοντας μονάχα το θάνατό του, κάποια στιγμή φάνηκαν δύο άνδρες, που προφανώς τους άρεσε η άγρια φύση. Ο λύκος αποφάσισε να τους στήσει ενέδρα τη νύχτα, ενώ παρακολουθούσε υπομονετικά, την πεζοπορία τους, πίσω από κάθε χιονισμένο θάμνο. Όταν έφθασε η νύχτα, οι δύο άνδρες τοποθέτησαν τα πράγματα τους, μέσα στο άνοιγμα μιας μικρής σπηλιάς που είχαν βρει, και άναψαν στην είσοδο της μια πλούσια φωτιά, για να καταφέρουν να κοιμηθούν. Ο ύπνος όπως είχαν συμφωνήσει, θα γινόταν με βάρδιες, για περισσότερη ασφάλεια από την άγρια πανίδα. Ο λύκος αν και τρόμαξε στην αρχή, στη θέα της φωτιάς, δεν είχε άλλη επιλογή, από το να προσπαθήσει, ώστε να πεθάνει με την περηφάνια ενός λύκου. Καλύτερος θάνατος από την πείνα πάντως! Το όπλο που κρατούσε ο ξυπνητός άνδρας, είχε φοβίσει τον λύκο. Έχοντας όμως χάσει το κουράγιο, για να κυνηγήσει οτιδήποτε, ακόμη και έναν λαγό, αποφάσισε να συγκεντρώσει όσες δυνάμεις του είχαν απομείνει, ρισκάροντας την ήδη τελειωμένη και ανέλπιδη ζωή του. Στην αρχή πλησίασε σιγανά, και κρύφτηκε πίσω από τον μοναδικό θάμνο, που υπήρχε κοντά στη σπηλιά. Προσπαθούσε να συγκρατήσει το ένστικτο, με μεγάλη δυσκολία, για να μην τους προειδοποιήσει με το άκουσμα του γρυλίσματος του. Παρατηρούσε τα μάτια εκείνου που κρατούσε σκοπιά, ελπίζοντας πως κάποια στιγμή θα κλείσουν. Τελικά έγινε το θαύμα, και η κούραση του άνδρα από το μεγάλο του ταξίδι, έγινε η αφορμή για τη διακινδύνευση της ζωής του. Ο λύκος δεν έχασε ούτε στιγμή! Όρμησε πρώτα στο όπλο, το άρπαξε από το χέρι του, και το πέταξε μέσα στη φωτιά. Ο άνδρας τα έχασε! Εντωμεταξύ ξύπνησε και ο άλλος, αλαφιασμένος. Ο λύκος επιδεικνύοντας τα ακόμη κοφτερά του δόντια, κατόρθωσε τελικά να στριμώξει, υπό την επήρεια του φόβου, τον άνδρα που κρατούσε σκοπιά. Τότε συνέβη κάτι το αναπάντεχο. Ο άλλος άνδρας, άρχισε να ρίχνει ευθύνες στον απειλούμενο, για την ανεπάρκεια, και την ανευθυνότητα στην υποχρέωση που είχε οικιοθελώς αναλάβει. <<Εσύ φταις!>> του είπε με αυστηρό τόνο. <<Αν δεν σε έπιανε ο ύπνος, ο λύκος δεν θα μας είχε επιτεθεί>>. <<Αναγνωρίζω το λάθος μου, αλλά να ξέρεις πως αυτή η κουβέντα δεν πρόκειται να μας σώσει τούτη τη στιγμή>> του απάντησε σχετικά ψύχραιμα, παρά την παρουσία του λύκου. Ο λύκος σάστισε! Αν και παρέμενε στη θέση του, γρυλίζοντας απειλητικά, του περνούσαν από το μυαλό, διάφορες σκέψεις. Όπως για παράδειγμα, το ποιος από τους δύο, αξίζει τελικά να φαγωθεί, παρά την πείνα του, που θα την θεράπευε με οποιονδήποτε.
          Ο φόβος των δύο ανδρών, έγινε η αφορμή για να ξεκαθαρίσουν το ποιοι είναι πραγματικά. Ο λύκος δίσταζε να ολοκληρώσει την επίθεσή του, επειδή είχε πάρει είδηση, ένα μαχαίρι που είχε πάνω του δεμένο, ο άλλος άνδρας. Εντωμεταξύ, ο άνδρας που είχε στριμώξει ο λύκος, προσπαθούσε να σκεφτεί έναν τρόπο για να του ξεφύγει, αλλά ο άλλος άνδρας, προσπαθούσε ανεύθυνα, να κατευθύνει τη σκέψη του, με τον παραλογισμό του φόβου.
<<Δεν θα είχαμε έρθει εδώ πέρα, αν με είχες ακούσει>> του είπε με αυστηρό και απελπιστικό τόνο.
<<Σου είπα πως το καταφύγιο, είναι εγκαταλειμμένο εδώ και χρόνια. Δεν ξέρω τι θα βρίσκαμε εκεί μέσα, και μάλιστα πως θα το αντιμετωπίζαμε τη νύχτα>>. Του απάντησε με όση ηρεμία μπορούσε.
<<Προσποιείσαι πως είσαι έξυπνος; Ορίστε που μας οδήγησε η εξυπνάδα σου!>>. Συνέχιζε τον αυστηρό τόνο του, κάνοντας τον λύκο περισσότερο απειλητικό!
<<Προσπάθησε να ηρεμήσεις, εσύ μπορεί να τη γλιτώσεις, βρίσκεσαι σε πιο ευνοημένη θέση από εμένα>>.
<<Εκείνος που κάνει λάθη, πρέπει να είναι έτοιμος και για να τα πληρώνει>>
<<Καταλαβαίνεις τι λες; Συνετίσου και πέταξε μου εκείνο το μαχαίρι>> του είπε εκνευρισμένος, από την κυνική απάθεια του φίλου του.
<<Ορίστε πάρτο!>> Του είπε με περιφρονητικό ύφος, ενώ του πέταξε το μαχαίρι μαζί με τη θήκη, το οποίο το έπιασε αμέσως. Εκείνος έκανε όμως το λάθος, να προσπαθήσει να σώσει τον εαυτό του, και έκανε την κίνηση να φύγει. Τότε ο λύκος άφησε εκείνον που απειλούσε, και του όρμησε αρπάζοντας του το πόδι. Ο άνδρας βάλθηκε να εκλιπαρεί για τη ζωή του! <<Θεέ μου! Σε παρακαλώ σώσε με!>> ούρλιαζε αβοήθητος, αλλά ο άλλος άνδρας, έβγαλε το μαχαίρι από τη θήκη του, και κατάφερε να το καρφώσει στο λαιμό του λύκου, που είχε καταφέρει σχεδόν να του κόψει το πόδι. Ο λύκος και ο άνδρας, αιμόφυρτοι, είχαν βάψει το χιόνι με το αίμα τους. Μια ξαφνική απαρηγόρητη σιωπή, επέστρεψε ξανά στο δάσος, και ο άνδρας που κρατούσε το μαχαίρι, έτρεμε ξεσπώντας σε λυγμούς. <<Γιατί να μας συμβεί αυτό το κακό απόψε; Θα ειδοποιήσω με το κινητό την Ομάδα Διάσωσης, αλλά μάλλον θα αργήσει να έρθει. Δεν νομίζω να μας βρει εύκολα… ο λύκος είναι νεκρός!>> <<Αν είναι δυνατόν! Ο φίλος μου σκέφτεται τον λύκο!>> Είπε με αδύναμη φωνή ο αιμόφυρτος άνδρας, πριν τελικά λιποθυμήσει.
<<Σήμερα αποδείχθηκε πως η αγριότητα της φύσης, είναι σοφότερη από κάθε υποκριτικό φίλο>> Είπε με σιγανή φωνή, ενώ είχε σκύψει το κεφάλι του πάνω από τον λύκο που ψυχορραγούσε>> Ο λύκος τότε, σήκωσε ελάχιστα το κεφάλι του και τον έγλυψε στο πρόσωπο. Πέθανε τελικά περήφανος, όπως επιθυμούσε!